φραγμόλυτος

φραγμόλυτος
-η, -ο, Ν
βοτ. (για καρπούς) αυτός τού οποίου η κάψα διαρρηγνύεται μόνο στο εξωτερικό της τοίχωμα, ενώ διατηρούνται τα διαφράγματα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”